Πρεσβεία της Κυπριακής Δημοκρατίας στη Βαρσοβία


Κυπριακό Πρόβλημα





Στρατιωτική εισβολή και κατοχή από την Τουρκία

Στις 15 Ιουλίου 1974, η στρατιωτική χούντα, που κυβερνούσε τότε την Ελλάδα, και οι Ελληνοκύπριοι συνεργάτες της στο νησί, πραγματοποίησαν πραξικόπημα για να ανατρέψουν τη δημοκρατικά εκλελεγμένη Κυβέρνηση της Κύπρου. Στις 20 Ιουλίου η Τουρκία, χρησιμοποιώντας το πραξικόπημα ως πρόσχημα, εισέβαλε στην Κύπρο, κατά παράβαση του καταστατικού χάρτη του ΟΗΕ και όλων των αρχών που διέπουν τις διεθνείς σχέσεις, για να αποκαταστήσει δήθεν τη συνταγματική τάξη. Αντ’ αυτού κατέλαβε το 36,2% του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η Τουρκία εξακολουθεί από τότε να περιφρονεί πληθώρα ψηφισμάτων των Ηνωμένων Εθνών που απαιτούν την αποχώρηση όλων των ξένων στρατευμάτων από το νησί.


Τραγικές ήταν οι συνέπειες της τουρκικής εισβολής. Χιλιάδες ήταν οι νεκροί, ενώ περίπου 180.000 Ελληνοκύπριοι που ζούσαν στο βόρειο τμήμα της χώρας -περισσότεροι από το ένα τρίτο του πληθυσμού- εκδιώχθηκαν βίαια από τα σπίτια και τις περιουσίες τους και έγιναν πρόσφυγες στην ίδιά τους την πατρίδα. Άλλοι 20.000 Ελληνοκύπριοι που είχαν εγκλωβιστεί στις κατεχόμενες περιοχές το 1974, εξαναγκάστηκαν σταδιακά, με εκφοβισμό και στέρηση των βασικών τους ανθρωπίνων δικαιωμάτων, να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και να βρουν καταφύγιο στην ελεγχόμενη από την Κυβέρνηση περιοχή. Σήμερα, παραμένουν λιγότεροι από 500 εγκλωβισμένοι. Οι Τουρκοκύπριοι, εξάλλου, εξαναγκάστηκαν να μεταβούν στις κατεχόμενες περιοχές στο πλαίσιο της τουρκικής πολιτικής για εθνικό διαχωρισμό.


Ως αποτέλεσμα της τουρκικής εισβολής εξαφανίστηκαν 1.400 περίπου Ελληνοκύπριοι, πολίτες και στρατιώτες, οι οποίοι είτε συνελήφθησαν από τις τουρκικές δυνάμεις εισβολής κατά τη διάρκεια του Ιουλίου και Αυγούστου του 1974 και θεάθηκαν σε φυλακές στην Τουρκία, είτε εξαφανίστηκαν πολύ μετά τη λήξη των εχθροπραξιών σε περιοχές που βρίσκονταν υπό τον έλεγχο του τουρκικού στρατού. Οι περισσότεροι από αυτούς εξακολουθούν να είναι αγνοούμενοι, λόγω της απροθυμίας της Τουρκίας να βοηθήσει στη διακρίβωση της τύχης τους. Επιπρόσθετα, η πολιτική της μεταφοράς και εγκατάστασης εποίκων από την Τουρκία στο κατεχόμενο τμήμα έχει αλλοιώσει τη δημογραφική δομή του νησιού σε τέτοιο βαθμό ώστε ο συνολικός αριθμός των παράνομων εποίκων (περισσότεροι από 160.000) να είναι σχεδόν διπλάσιος των Τουρκοκυπρίων (89.200). Το γεγονός αυτό έχει προφανείς σημαντικές κοινωνικές και πολιτικές συνέπειες για τους ίδιους τους Τουρκοκύπριους, οι οποίοι επανειλημμένα έχουν εκφράσει τη διαφωνία τους σχετικά με τη μαζική εισροή εποίκων. Σαν αποτέλεσμα, χιλιάδες υποχρεώθηκαν να μεταναστεύσουν.


Η τουρκική εισβολή και κατοχή επέφερε οικονομική κατάρρευση στο βόρειο τμήμα του νησιού, το οποίο πριν το 1974 ήταν το πλουσιότερο και το πιο ανεπτυγμένο.
Το 70% των πλουτοπαραγωγικών πόρων της Κύπρου χάθηκε, ενώ 30% του εργατικού δυναμικού κατέστησαν άνεργοι. Μεγάλο μέρος της πλούσιας πολιτιστικής κληρονομιάς στο κατεχόμενο τμήμα έχει καταστραφεί και υποστεί βανδαλισμούς, και χώροι λατρείας έχουν βεβηλωθεί. Η καταστροφή της πολιτισμικής κληρονομιάς έχει διαπραχθεί σε μεγάλο βαθμό από τον τουρκικό στρατό και Τούρκους υπηκόους και συνεχίζεται ακόμη με τη συνεργία της κατοχικής δύναμης.

Μια σειρά αποφάσεων της Γενικής Συνέλευσης και του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, καθώς και άλλων διεθνών οργανισμών, καταδικάζουν την τουρκική εισβολή και τις άλλες επιθετικές ενέργειες της Τουρκίας εναντίον της Κύπρου, ζητούν την επιστροφή όλων των προσφύγων στα σπίτια τους κάτω από συνθήκες ασφαλείας και τη διακρίβωση της τύχης των αγνοουμένων καθώς και την άμεση αποχώρηση από το νησί όλων των ξένων στρατευμάτων και απαιτούν την αποκατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τον σεβασμό της ανεξαρτησίας, κυριαρχίας και εδαφικής ακεραιότητας της Κύπρου. Επιπρόσθετα, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων βρήκε την Τουρκία υπεύθυνη για μαζικές και συστηματικές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κύπρο.


Ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών έχει αναλάβει διάφορες πρωτοβουλίες για την επίλυση του κυπριακού προβλήματος και την επανένωση του νησιού με διαδοχικούς γύρους διακοινοτικών συνομιλιών που διεξάγονται από το 1974. Η πρόοδος, δυστυχώς, έχει υπονομευθεί με ποικίλους τρόπους από την τουρκική πλευρά, η οποία επιδιώκει μια διευθέτηση για να παραμείνει η Κύπρος μόνιμα διαιρεμένη. Η ελληνοκυπριακή πλευρά, από την άλλη, εμμένει σε μια πραγματική επανένωση του νησιού, των θεσμών και της οικονομίας της.


Στις 24 Απριλίου 2004 ζητήθηκε από το λαό της Κύπρου να εγκρίνει ή να απορρίψει σε χωριστά και ταυτόχρονα δημοψηφίσματα στις δύο κοινότητες, την πρόταση του Γενικού Γραμματέα για μια συνολική διευθέτηση του κυπριακού προβλήματος (Σχέδιο Ανάν V). Με σαφή πλειοψηφία 75,8%, οι Ελληνοκύπριοι απέρριψαν το προτεινόμενο σχέδιο γιατί θεώρησαν ότι το τελικό κείμενο δεν ήταν ισορροπημένο και δεν ικανοποιούσε τις βασικές τους ανησυχίες αναφορικά με την ασφάλεια, τη λειτουργικότητα και τη βιωσιμότητα της λύσης. Με την ψήφο τους οι Ελληνοκύπριοι απέρριψαν το συγκεκριμένο ατελές Σχέδιο που τέθηκε ενώπιόν τους, επειδή δεν οδηγούσε στην πραγματική επανένωση των θεσμών, του λαού, του εδάφους και της οικονομίας της Κύπρου. Αντίθετα, οι Τουρκοκύπριοι με μια πλειοψηφία 64,9% ψήφισαν υπέρ του Σχεδίου.


Η αρνητική έκβαση του δημοψηφίσματος κατέστησε το Σχέδιο Ανάν άκυρο στο σύνολό του. Ωστόσο, η κυπριακή Κυβέρνηση παρέμεινε αταλάντευτα δεσμευμένη στην αποστολή των καλών υπηρεσιών του Γενικού Γραμματέα και σε μια ουσιαστική ειρηνευτική διαδικασία που θα διευκολύνει την επίτευξη μιας συνολικής διευθέτησης. Συνεπώς, επεδίωξε να δώσει νέα ώθηση στην ειρηνευτική διαδικασία για την εξεύρεση μιας κοινά αποδεκτής λύσης που να ικανοποιεί τις ανησυχίες όλων των Κυπρίων.


Σ' αυτό το πλαίσιο, στις 8 Ιουλίου 2006, ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Τάσσος Παπαδόπουλος, και ο ηγέτης της τουρκοκυπριακής κοινότητας υπέγραψαν Συμφωνία πάνω σε μια «δέσμη αρχών» για τη λύση του κυπριακού προβλήματος. Επαναβεβαίωσαν τη δέσμευση των δύο κοινοτήτων για επανένωση του νησιού στη βάση μιας διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας και συμφώνησαν σε διαδικασίες για την προετοιμασία του εδάφους για συνολικές συνομιλίες που θα οδηγήσουν σε μια βιώσιμη λύση.


Παρά την τουρκική άρνηση να εφαρμόσει τη Συμφωνία της 8ης Ιουλίου, ο Πρόεδρος Δημήτρης Χριστόφιας επεδίωξε, αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, το Φεβρουάριο του 2008, να αναζωογονήσει την ειρηνευτική διαδικασία για επανένωση της Κύπρου. Γι’ αυτό το σκοπό, επεδίωξε τη συνεργασία της τουρκοκυπριακής κοινότητας και την επανεμπλοκή της διεθνούς κοινότητας.


Οι πρωτοβουλίες του Προέδρου Χριστόφια οδήγησαν, στις 3 Σεπτεμβρίου 2008, στην έναρξη απευθείας διαπραγματεύσεων μεταξύ των δύο ηγετών, με στόχο την επίτευξη μιας συνολικής διευθέτησης του κυπριακού προβλήματος.



Ο Πρόεδρος Χριστόφιας είχε διευκρινίσει ότι:

«Πρωταγωνιστές σ' αυτή τη διαδικασία που βρίσκεται σε εξέλιξη είναι οι ηγέτες των δύο κοινοτήτων. Η διαδικασία διεξάγεται στο πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών, με τον Γενικό Γραμματέα του Διεθνούς Οργανισμού και τους συνεργάτες του να διαδραματίζουν ρόλο υποβοηθητικό. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις τραυματικές εμπειρίες που ζήσαμε το 2004, με τη διαδικασία των ασφυκτικών χρονοδιαγραμμάτων και την επιδιαιτησία, έχουμε κάνει ξεκάθαρο στον διεθνή παράγοντα ότι οι ηγέτες των δύο κοινοτήτων θα συνεχίσουν να είναι οι πρωταγωνιστές στη διαδικασία του διαλόγου. Με αυτόν τον τρόπο θα αποφευχθεί η επανάληψη λαθών του πρόσφατου παρελθόντος. Επιδιώκουμε λύση από τους Κυπρίους για τους Κυπρίους κι αυτό γίνεται κατανοητό και από τον διεθνή παράγοντα».

Επανέλαβε, επίσης, ότι «η βάση της συμφωνίας περιγράφεται σαφώς στις Συμφωνίες Υψηλού Επιπέδου του 1977 και 1979, οι οποίες προβλέπουν τη μετεξέλιξη του ενιαίου κράτους σε ένα ομόσπονδο κράτος». Με δεδομένο ότι η Κύπρος είναι πλέον πλήρες μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο Πρόεδρος επισήμανε ότι «η λύση θα πρέπει να σέβεται και να εφαρμόζει τις αρχές πάνω στις οποίες εδράζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση».

/Πηγή: Η Κύπρος με μια ματιά, Έκδοση του Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών της Κυπριακής Δημοκρατίας, 2011/


Για περισσότερες πληροφορίες για το Κυπριακό Πρόβλημα πατήστε
εδώ.



Hide details for Έγγραφα:Έγγραφα:


(1) Το Κυπριακό Πρόβλημα: Σύντομη Εισαγωγή(1) Το Κυπριακό Πρόβλημα: Σύντομη Εισαγωγή
(2) Ένας Πολιτισμός Χάνεται - Καταστροφή της πολιτιστικής κληρονομιάς στην κατεχόμενη Κύπρο(2) Ένας Πολιτισμός Χάνεται - Καταστροφή της πολιτιστικής κληρονομιάς στην κατεχόμενη Κύπρο


Παρακαλώ κάντε κλικ εδώ για να εκτυπώσετε το έγγραφο.
Εκτύπωση